Στο Λυγουριό είναι βέβαιο πως θα συναντήσεις κάποιον διάσημο
Δίπλα στο αρχαίο θέατρο Επιδαύρου, πως είναι δυνατό να μην έχει ταυτιστεί μαζί του. Τα καλοκαίρια και ιδιαίτερα κατά την περίοδο διεξαγωγής του Φεστιβάλ Επιδαύρου, το Λυγουριό αποτελεί καλλιτεχνικό στέκι. Κάποιοι το αποκαλούν «Ελληνικό Hollywood». Και δεν έχουν άδικο.
Στον κεντρικό δρόμο στα καφενεία, μπορεί ξαφνικά να αντικρίσετε δίπλα σας δημοφιλείς ηθοποιούς. Πολλοί μάλιστα έχουν αγοράσει σπίτια στο Λυγουριό και στην ευρύτερη περιοχή. Στα καφενεία του Λυγουριού θα εντυπωσιαστείτε αν είστε τυχεροί και ακούσετε ντόπιους να απαγγέλλουν αποσπάσματα από αρχαίες τραγωδίες, ή να σας περιγράφουν την πορεία γνωστών καλλιτεχνών, λες και είναι οι προσωπικοί τους βιογράφοι. Οι ντόπιοι έχουν ταυτίσει την κουλτούρα τους με αυτήν του Αρχαίου Θεάτρου, αφού τα πρώτα κυρίως χρόνια των Επιδαυρίων φιλοξενούσαν ηθοποιούς στα σπίτια τους, ενώ παρακολουθούσαν ανελλιπώς τις παραστάσεις.
Είναι χτισμένο στο σημείο που βρισκόταν η αρχαία πόλη Λήσσα, που αναφέρεται από τον Παυσανία. Ερείπια της Λύσσας έχουν βρεθεί κοντά στο Λυγουριό.
Σώζονται επίσης τα ερείπια της πυραμίδας του Λυγουριού που αναφέρεται από τον Παυσανία, κοντά στην εκκλησία της Αγίας Μαρίνας. Αξίζει να περπατήσετε το αρχαίο περιπατητικό μονοπάτι του ιερού του Ασκληπιού προς Λυγουριό και Επίδαυρο.
Στα αξιοθέατα του Λυγουριού ανήκουν οι δώδεκα βυζαντινές εκκλησίες και τα αμέτρητα ξωκκλήσια.
Αξιοσημείωτο είναι και το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, στο οποίο ο επισκέπτης θα δει απολιθώματα αμμωνιτών και των ιππουριτών, που προέρχονται από την περιοχή.
Στο Λυγουριό υπάρχει έντονη πολιτιστική δράση. Αν βρεθείτε στην περιοχή την Καθαρά Δευτέρα αξίζει να παρακολουθήστε το «Λυγουριάτικο Καρναβάλι», με τα αλευρομουτζουρώματα.
Το Λυγουριό, έδρα του δήμου Επιδαύρου, βρίσκεται στους πρόποδες του Αραχναίου, σε υψόμετρο 350 μέτρα από τη θάλασσα. Απέχει 25 χιλιόμετρα από το Ναύπλιο και 12 χιλιόμετρα από την Αρχαία Επίδαυρο.
Διαθέτει ικανοποιητική υποδομή σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια. Για τους καλοφαγάδες φημίζονται οι ταβέρνες του Λυγουριού, που σερβίρουν ντόπια καλοψημένα κρέατα.
Ναός Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος
Ο ναός του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος (ή του Αγίου Κωνσταντίνου, όπως συχνότερα αναφέρεται από τους ντόπιους) βρίσκεται στις ανατολικές παρυφές του Λυγουριού, στην άκρη του μικρού κάμπου του χωριού. Σήμερα το μνημείο είναι πλέον ενταγμένο στον πολεοδομικό ιστό του οικισμού, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει επεκταθεί σημαντικά.
Ο ναός ανήκει στο συνηθέστερο ναοδομικό τύπο της βυζαντινής αρχιτεκτονικής της Νότιας Ελλάδας, γνωστό ως «δικιόνιο σταυροειδή εγγεγραμμένο με τρούλο». Στα δυτικά του ναού υπάρχει στενός νάρθηκας. Τόσο από την άποψη της κατασκευής, όσο και από εκείνη της μορφολογίας ο ναός του Αγίου Ιωάννου είναι ένα τυπικό δείγμα της λεγόμενης Ελλαδικής Σχολής της βυζαντινής αρχιτεκτονικής.
Οι όψεις του είναι διαμορφωμένες με τοιχοποιία από αρχαίο υλικό σε δεύτερη χρήση, το οποίο προέρχεται κυρίως από το Ασκληπιείο, και λαξευτούς πωρόλιθους. Τούβλα είναι τοποθετημένα σε ελεύθερη διάταξη ή περιβάλλουν τις λαξευτές πέτρες, σύμφωνα με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δομής. Οι όψεις του αρχικού ναού κοσμούνται με περιορισμένο σε έκταση αλλά εντυπωσιακό σε ποιότητα κεραμοπλαστικό διάκοσμο. Στην κατασκευή των ανοιγμάτων των θυρών και των παραθύρων έχουν χρησιμοποιηθεί λαξευτοί πωρόλιθοι και τούβλα. Ο ναός διέθετε μαρμάρινο τέμπλο και θυρώματα, από τα οποία διατηρούνται ορισμένα σπαράγματα. Το εσωτερικό του εκοσμείτο με αξιόλογες τοιχογραφίες, οι οποίες σώζονται αποσπασματικά.
Με βάση τα μορφολογικά και κατασκευαστικά του στοιχεία ο ναός του Αγίου Ιωάννου έχει χρονολογηθεί στις αρχές του 12ου αιώνα, ενώ ο νάρθηκας θεωρείται κατά τι μεταγενέστερος. Δύο επιγραφές χαραγμένες σε αρχαία μέλη ενσωματωμένα στις όψεις του ναού, αναφέρουν κάποιον Στέφανο και τον «ηκοδόμο» Θεοφύλακτο από τη νήσο Κέα, ο οποίος ήταν πιθανώς ο αρχιτέκτων του ναού.
Άλλα στοιχεία για την ιστορία του ναού δεν είναι γνωστά. Σε νεώτερους χρόνους ο ναός φαίνεται ότι υπέστη σημαντικές ζημιές, πιθανότατα από σεισμούς. Αποτέλεσμα των σχετικά εκτεταμένων εργασιών που έχει κατά καιρούς δεχθεί το κτήριο ήταν η καταστροφή διαφόρων δευτερευόντων στοιχείων του, όπως λ.χ. το μαρμάρινο τέμπλο, και η αλλοίωση άλλων, όπως το δάπεδο, τα ανοίγματα, ο τρούλος και οι στέγες.